Βασίλης Καραπιάλης

Ο Βασίλης Καραπιάλης είναι Έλληνας παλαίμαχος διεθνής ποδοσφαιριστής που φόρεσε τις φανέλες της Α.Ε.Λ. και του Ολυμπιακού, αλλά και της εθνικής ομάδας. Θεωρείται από τους μεγαλύτερους ποδοσφαιριστές που ανέδειξε το λαρισινό και ελληνικό ποδόσφαιρο. Γεννήθηκε στις 13 Ιουνίου του 1965 στη Λάρισα από όπου και κατάγεται και μεγάλωσε στη συνοικία Αμπελόκηποι.
Σε συλλογικό επίπεδο
Από πολύ μικρός ο Καραπιάλης ξεχώρισε για το ταλέντο του στο ποδόσφαιρο και σε ηλικία 14 ετών (το 1979), μεταγράφηκε στα τμήματα υποδομής του Τοξότη Λάρισας, έπειτα από παρέμβαση του καθηγητή του φυσικής αγωγής στο γυμνάσιο, που παράλληλα τότε ήταν και προπονητής στη συγκεκριμένη ομάδα, παρά το έντονο ενδιαφέρον της ομάδας της γειτονιάς του, των Αμπελοκήπων. Μαζί του στον Τοξότη ξεκίνησε και ο Γιώργος Αγορογιάννης, μετέπειτα συμπαίκτης του στην Α.Ε.Λ. και επίσης ένας από τους μεγάλους Λαρισαίους ποδοσφαιριστές. Το ταλέντο του Καραπιάλη γρήγορα ξεχώρισε και το 1980 προωθήθηκε στην πρώτη ομάδα του Τοξότη. Στο ερασιτεχνικό πρωτάθλημα του νομού όπου αγωνιζόταν ο ομάδα, ο Καραπιάλης φανέρωσε το πλούσιο ταλέντο του και προσέλκυσε το ενδιαφέρον πολλών ομάδων της Α΄ Εθνικής. Το 1984 ο Ο.Φ.Η. προσέφερε 2,1 εκατομμύρια δραχμές στη διοίκηση του Τοξότη, το ραντεβού για την υπογραφή του συμβολαίου συμφωνήθηκε να γίνει στην Αθήνα, αλλά ο Καραπιάλης δεν πήγε, επειδή δεν ήθελε να φύγει από τη Λάρισα, καθώς μεγάλο του όνειρο ήταν να μεταγραφεί στην αγαπημένη του Α.Ε.Λ.. Την περίοδο 1984-1985, αν και αγωνιζόταν στα χαφ, ο Καραπιάλης πέτυχε 30 γκολ και φυσικά δεν πέρασε απαρατήρητος από την στη «βασίλισσα του κάμπου».
Το 1985 μεταγράφηκε στην Α.Ε.Λ., που πρόσφατα είχε κατακτήσει το κύπελλο Ελλάδας, αλλά χρειάστηκε να γίνει ολόκληρο «σίριαλ» για να υπογράψει στη «βυσσινί θύελλα». Η μεγάλη ομάδα της Λάρισας είχε προτεραιότητα στην απόκτηση ποδοσφαιριστών από την ευρύτερη περιοχή και το κόστος μεταγραφής ήταν ίδιο για όλες τις θεσσαλικές ομάδες, 750.000 δραχμές, στον Τοξότη όμως, θεωρούσαν πολύ μικρό το ποσό για ένα τόσο μεγάλο ταλέντο. Τελικά και έπειτα από τις πιέσεις των φιλάθλων η διοίκηση της Α.Ε.Λ. πείστηκε να δώσει ένα εκατομμύριο δραχμές στον Τοξότη. Ο Καραπιάλης δεν πήρε τίποτα, αλλά, όπως έχει δηλώσει, δεν υπήρχε τότε μεγαλύτερο δώρο για εκείνον από τη μεταγραφή του στην Α.Ε.Λ., διότι μόνο που θα αγωνιζόταν σε αυτή τη μεγάλη ομάδα αρκούσε. Αμέσως έγινε το αγαπημένο παιδί των Λαρισαίων φιλάθλων, ενώ μέχρι και προσωπικός σύνδεσμος οπαδών του δημιουργήθηκε που πήγαινε σε συγκεκριμένο μέρος του σταδίου Αλκαζάρ (έδρα της Α.Ε.Λ.) και χάζευε τις μαγικές του ενέργειες με το πανό «Καραπιάλη You are magic». Τις δύο πρώτες χρονιές ο Καραπιάλης έπαιξε στους μισούς περίπου αγώνες. Το 1987 όμως, ο Χρήστος Ανδρεούδης μεταγράφηκε στον Ηρακλή και έτσι απελευθερώθηκε μία θέση στον χώρο του κέντρου. Ο Καραπιάλης έγινε βασικός και εκείνη τη χρονιά έπαιξε σε όλους τους αγώνες. Ήταν η χρονιά που η Α.Ε.Λ. έσπασε το κατεστημένο και έγινε η πρώτη και μοναδική μέχρι σήμερα επαρχιακή ομάδα που κατέκτησε το πρωτάθλημα Ελλάδας. Ο ίδιος ψηφίστηκε ως ο καλύτερος ποδοσφαιριστής εκείνης της περιόδου ενώ το γκολ που σημείωσε εναντίον του Πανσερραϊκού ακόμα θεωρείται ως ένα από τα καλύτερα που έχουν επιτευχθεί στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Οι επόμενες χρονιές όμως, δεν είχαν ανάλογη συνέχεια για τον θεσσαλικό σύλλογο και πολλοί ποδοσφαιριστές του σταδιακά είτε εγκατέλειπαν την ενεργό δράση είτε μεταγράφονταν σε ομάδες της Αττικής και της Θεσσαλονίκης. Για τον Καραπιάλη, που φυσικά ήταν το μεγάλο αστέρι της ομάδας, ενδιαφέρθηκαν όλες οι υπόλοιπες μεγάλες ομάδες, εκείνος όμως, προτίμησε τον Ολυμπιακό και τελικά το 1991 τα κατάφερε. Άφησε πίσω του την αγαπημένη του Α.Ε.Λ. και τις τόσο μεγάλες στιγμές που έζησε εκεί και κατηφόρισε στον Πειραιά.
Το καλοκαίρι του 1991 ο Καραπιάλης μεταγράφηκε στους «ερυθρόλευκους» και οι οπαδοί του επιφύλαξαν εντυπωσιακή υποδοχή στις εγκαταστάσεις του Ρέντη. Έκανε ντεμπούτο σε ντέρμπι πρωταθλήματος με την Α.Ε.Κ., την οποία ο Ολυμπιακός νίκησε με 4-2 χάρη σε χατ-τρικ του Όλεγκ Προτάσοφ και αμέσως ο Καραπιάλης έγινε ο ηγέτης της ομάδας με «όπλα» του την εκρηκτικότητα, τη σπιρτάδα, το χαμηλό κέντρο βάρους, την πολύ υψηλή τεχνική, αλλά και την εμπειρία. Οι οπαδοί του Ολυμπιακού τον λάτρεψαν αν και οι τίτλοι άργησαν να έρθουν, με μόλις ένα κύπελλο στα πρώτα πέντε του χρόνια στο «λιμάνι», αλλά τέσσερα πρωταθλήματα, ένα κύπελλο και ένα Σούπερ Καπ στα επόμενα τέσσερα. Τον Μάιο του 2000 ο Καραπιάλης ανακοίνωσε την αποχώρησή του από την ενεργό δράση. Το τέλος ενός ακόμα μεγάλου ποδοσφαιριστή, που σε ψηφοφορία αναδείχτηκε τρίτος καλύτερος ποδοσφαιριστής του ελληνικού επαγγελματικού ποδοσφαίρου (από το 1979) πίσω από τον Βασίλη Χατζηπαναγή και τον Δημήτρη Σαραβάκο, ενώ θεωρείται μαζί με τον Γιώργο Δεληκάρη ως τα κορυφαία «δεκάρια», τα καλύτερα επιτελικά χαφ, στην ιστορία του Ολυμπιακού.
Τίτλοι
5 πρωταθλήματα: με Α.Ε.Λ. 1 (1988), με Ολυμπιακό 4 (1997, 1998, 1999, 2000)
2 κύπελλα: με Ολυμπιακό (1992, 1999)
1 Σούπερ Καπ: με Ολυμπιακό (1992)
Στην Εθνική Ελλάδας
Σε σύγκριση με το τεράστιο ταλέντο του ο Καραπιάλης αγωνίστηκε πολύ λίγες φορές με την Ελλάδα, μόλις 21 πετυχαίνοντας και 2 γκολ εναντίον της Μάλτας σε επίσημο αγώνα και εναντίον της Κύπρου σε φιλικό. Ντεμπούτο έκανε όταν ακόμα αγωνιζόταν στην Α.Ε.Λ., το 1988, αλλά αποχώρησε το 1993 οικειοθελώς. Η απόφαση του ομοσπονδιακού προπονητή Αλκέτα Παναγούλια να τον αφήσει εκτός αποστολής για το Μουντιάλ του 1994 τον πίκρανε πολύ και δεν θέλησε να αγωνιστεί ξανά στη συνέχεια στην εθνική.
Μετά το ποδόσφαιρο
Για ένα μεγάλο διάστημα μετά το τέλος της ποδοσφαιρικής του καριέρας του ο Καραπιάλης εργάστηκε στον Ολυμπιακό είτε ως σκάουτερ είτε ως προπονητής της ομάδας Νέων του συλλόγου. Σήμερα έχει δικό του αθλητικό κέντρο στο Χαλάνδρι. Από το 1997 είναι παντρεμένος.

Tags: